Οι Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές είναι μία ομάδα από νευροψυχιατρικές διαταραχές. Το κεντρικό πρόβλημα είναι μία τριάδα διαταραχών που επηρεάζουν την κοινωνική αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και τη φαντασία.
Η συχνότητα εμφάνισης του αυτισμού υπολογίζεται περίπου σε 2-5 περιπτώσεις στα 10.000 παιδιά. Σε σχέση με το φύλο, τα αγόρια εμφανίζουν συχνότερα τη διαταραχή συγκριτικά με τα κορίτσια, με αναλογία περίπου 3 - 5 προς 1.
Η σοβαρότητα της διαταραχής είναι μεγαλύτερη στα κορίτσια.
Αίτια
Μέχρι στιγμής δεν έχουν εξακριβωθεί τα ακριβή αίτια του αυτισμού. Στις προηγούμενες δεκαετίες, θεωρούσαν ως αιτία του αυτισμού τους περιβαλλοντικούς και ψυχογενείς παράγοντες.
Νεώτερες έρευνες αποδίδουν τα αίτια του αυτισμού σε γενετικούς και οργανικούς παράγοντες.
Συμπτώματα
Σύμφωνα με το DSM-IV (1994), η τυπική κλινική εικόνα του αυτισμού περιλαμβάνει:
Διαταραχή στην κοινωνική συμπεριφορά: Κύριο χαρακτηριστικό του αυτισμού είναι η απόσυρση και η απομόνωση, καθώς τα παιδιά εκδηλώνουν αδιαφορία να συνάψουν φιλικές σχέσεις με συνομηλίκους.
Παρατηρείται σημαντική έκπτωση στην εξωλεκτική συμπεριφορά (π.χ. δε κάνει βλεμματική επαφή). Αδυνατεί να εκφράσει τα δικά του συναισθήματα του αλλά και να κατανοήσει τη συναισθηματική διάθεση των άλλων.
Διαταραχή σε επικοινωνία – λόγο: Το παιδί δυσκολεύεται στη γλωσσική κατανόηση και έκφραση και σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να υπάρχει πλήρης απουσία λόγου.
Επίσης, χαρακτηριστικό του αυτισμού είναι η ηχολαλία και η αναφορά στον εαυτό τους στο τρίτο πρόσωπο «Ο Κώστας θέλει παγωτό».
Έχουν κυριολεκτική κατανόηση του λόγου, για παράδειγμα δεν αντιλαμβάνονται την ειρωνεία και δε χρησιμοποιούν τη γλώσσα ανάλογα με τις κοινωνικές περιστάσεις.
Επιπλέον, δυσκολεύονται να ξεκινήσουν, να παραμείνουν και να τερματίσουν κατάλληλα ένα θέμα συζήτησης.
Τέλος, το παιδί αδυνατεί να κάνει συμβολικό παιχνίδι και ο τρόπος που παίζει χαρακτηρίζεται από έλλειψη φαντασίας και στερεοτυπία (κουνάει τα αυτοκίνητα μπρος πίσω ή τα βάζει στη σειρά).
Περιορισμένα ενδιαφέροντα και στερεότυπη συμπεριφορά: Τα αυτιστικά παιδιά μπορεί να έχουν εμμονή με συγκεκριμένα αντικείμενα, τους αρέσουν παιχνίδια που περιστρέφονται και έχουν τάση να προσέχουν ασήμαντες λεπτομέρειες, για παράδειγμα, δεν προσέχει το αυτοκίνητο αλλά τη ρόδα.
Στερεοτυπικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν ρουτίνες εμφανίζονται συχνά και οποιαδήποτε αλλαγή μπορεί να τα διαταράξει. Τέλος, παρατηρούνται ιδιόρρυθμες και επαναληπτικές κινήσεις όπως είναι το χτύπημα των χεριών και των δακτύλων.
Διάγνωση
Η διάγνωση του αυτισμού μπορεί να γίνει πριν από την ηλικία των 3 ετών και διενεργείται από διεπιστημονική ομάδα, που περιλαμβάνει παιδοψυχίατρο, αναπτυξιολόγο, ψυχολόγο και λογοπεδικό.
Ο αυτισμός επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου και εκδηλώνεται κατά τα πρώτα έτη της ζωής (2,5 - 3 έτη). Υπάρχουν όμως αρχικές ενδείξεις ακόμη και από τη βρεφική ηλικία.
Η διάγνωση βασίζεται στη λήψη λεπτομερούς ιστορικού, δίνοντας έμφαση στο αναπτυξιακό ιστορικό του παιδιού και στα ανησυχητικά συμπτώματα που εντοπίζουν οι γονείς.
Στη συνέχεια, η διάγνωση συνίσταται στη κλινική παρατήρηση βάσει των χαρακτηριστικών της συμπεριφοράς του παιδιού. Επιπλέον, χορηγούνται σταθμισμένα διαγνωστικά εργαλεία για την εκτίμηση της νοητικής ικανότητας και των δεξιοτήτων του παιδιού.
Σημαντικό είναι να γίνει διαφοροδιάγνωση του αυτισμού από άλλες διαταραχές, όπως είναι η σχιζοφρένεια, η νοητική καθυστέρηση, η ειδική γλωσσική διαταραχή, η καθυστέρηση λόγου λόγω περιβαλλοντικής στέρησης, παραμέλησης ή κακοποίησης και η κώφωση.
Ο αυτισμός όμως μπορεί να συνυπάρχει με άλλες διαταραχές.
Θεραπεία
Η θεραπεία πρέπει να ξεκινήσει έγκαιρα και να είναι εντατική. Καθοριστικής σημασίας θεωρείται η συμμετοχή της οικογένειας στη θεραπευτική διαδικασία.
Η θεραπεία αποσκοπεί στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων του παιδιού και είναι διεπιστημονική, καθώς απαιτείται λογοθεραπεία, εργοθεραπεία και συμβουλευτική στους γονείς.
Οι γενικοί στόχοι της λογοθεραπείας σε ένα παιδί με αυτισμό είναι οι εξής:
- Ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων και αλληλεπίδραση με άλλα παιδιά,
- Ενίσχυση βλεμματικής επαφής και εναλλαγής σειράς,
- Βελτίωση της εξωλεκτικής επικοινωνίας, όπως η γλώσσα του σώματος και οι εκφράσεις προσώπου,
- Ανάπτυξη συμβολικού παιχνιδιού,
- Βελτίωση της γλωσσικής κατανόησης και έκφρασης,
- Κατανόηση και έκφραση των συναισθημάτων και των σκέψεων,
- Περιορισμός στερεοτυπικών συμπεριφορών του παιδιού,
- Ενίσχυση του αυθόρμητου διαλόγου και δεξιοτήτων συζήτησης,
- Κατάλληλη χρήση της γλώσσας ανάλογα με τις κοινωνικές περιστάσεις,
- Κατανόηση του χιούμορ, των υπονοουμένων, των μεταφορών,
- Γενίκευση των δεξιοτήτων που έχει διδαχθεί το παιδί, στη κοινωνική πραγματικότητα,
- Χρήση εναλλακτικών συστημάτων επικοινωνίας σε παιδιά μη λεκτικά.