Παιδικό γλαύκωμα

Το παιδικό γλαύκωμα είναι ένα σπάνιο νόσημα, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι κληρονομικό. Το πρωτοπαθές συγγενές γλαύκωμα αφορά μια στις 10.000 γεννήσεις ετησίως. Το παιδικό γλαύκωμα μπορεί να εμφανισθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, αλλά αποκαλείται συγγενές, όταν εμφανίζεται μέσα στον πρώτο χρόνο ζωής. Το παιδικό γλαύκωμα μπορεί να αφορά τον ένα ή και τους δύο οφθαλμούς.

Πού οφείλεται το παιδικό γλαύκωμα;

Το παιδικό γλαύκωμα οφείλεται σε μία δυσλειτουργία της γωνίας αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού μέσα στο πρόσθιο τμήμα του οφθαλμού. Αυτό συνήθως συμβαίνει λόγω κακής ανάπτυξης της περιοχής κατά την εμβρυική ηλικία. Η χαμηλή αποχέτευση του υγρού δεν μπορεί να εξισορροπήσει την παραγωγή του και οδηγεί σε συσσώρευση του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Αν αυτή η αύξηση δεν ελεγχθεί γρήγορα, επέρχεται βλάβη στο οπτικό νεύρο, την οποία ονομάζουμε γλαύκωμα.

Τι συμπτώματα δίνει το παιδικό γλαύκωμα;

Βασικό σύμπτωμα του συγγενούς γλαυκώματος, είναι ο βούφθαλμος. Η λέξη αυτή προέρχεται από το «οφθαλμός βοός», εννοώντας δηλαδή ότι το ματάκι του παιδιού μεγαλώνει λόγω της αυξημένης πίεσης που υφίσταται εσωτερικά. Σε υψηλότερες πιέσεις αυτό συνοδεύεται και από οίδημα στον κερατοειδή, στον οποίο δίνει μία απόχρωση λευκο-κυανή και προκαλεί ευαισθησία στο φως και δακρύρροια. Όταν η αύξηση της πίεσης γίνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες, δε συνοδεύεται από κάποιο σύμπτωμα. Αυτό την καθιστά ιδιαίτερα ύπουλη. Θα πρέπει λοιπόν, να ελέγχουμε τα παιδιά μας για γλαύκωμα ανά τακτά χρονικά διαστήματα, της τάξεως της διετίας.  

Πώς γίνεται η διάγνωση του παιδικού γλαυκώματος;

Η πρώτη και μεγίστης σημασίας αφύπνιση γίνεται από τους γονείς ή τον παιδίατρο, που θα παρατηρήσουν την αλλαγή στα μάτια του παιδιού. Η άμεση παραπομπή σε γλαυκωματολόγο, εξειδικευμένο σε παιδιά, είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Η οποιαδήποτε καθυστέρηση μπορεί να οδηγήσει σε γρήγορη και μη αναστρέψιμη μείωση της οράσεως.

Η διάγνωση του παιδικού γλαυκώματος γίνεται με κλινική εξέταση, βυθοσκόπηση, γωνιοσκοπία, δηλαδή εξέταση της γωνίας αποχέτευσης του υγρού και μέτρησης της ενδοφθάλμιας πίεσης.

Όταν αυτό δεν είναι εφικτό λόγω της έλλειψης συνεργασίας του παιδιού κάτω των τριών ετών, χρησιμοποιούμε μια μέθοδο ελαφράς μέθης με μάσκα. Η μέθοδος αυτή, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την υγεία του παιδιού, μας επιτρέπει γρήγορα και αξιόπιστα να βγάλουμε διάγνωση, αλλά και να παρακολουθήσουμε την πορεία της νόσου του παιδικού γλαυκώματος.

Τι άλλο μπορεί να συμβαίνει;

Τα παιδικά γλαυκώματα μπορεί να συνδυάζονται και με άλλα προβλήματα του οφθαλμού που αφορούν τον κερατοειδή, την ίριδα, τον φακό, τον ραγοειδή χιτώνα ή τον αμφιβληστροειδή. Μπορεί επίσης τα παιδικά γλαυκώματα να αποτελούν μέρος συνδρόμων ή άλλων παθήσεων που αφορούν και άλλα συστήματα του σώματός μας, όπως το νευρικό, το καρδιοαγγειακό, το ουροποιητικό ή το μυοσκελετικό.

Θεραπεία παιδικού γλαυκώματος

Τα παιδικά γλαυκώματα έχουν διαφορετική συμπεριφορά και πορεία από τα γλαυκώματα των ενηλίκων. Τα θεραπευτικά πρωτόκολλα που εφαρμόζονται στους ενήλικες, δεν έχουν μεγάλη επιτυχία στα παιδιά. Η αρχική θεραπεία του παιδικού γλαυκώματος γίνεται με κολλύρια. Είναι όμως δύσκολο να ελέγξουμε με αυτόν τον τρόπο την πίεση και οδηγούμεθα πολύ συχνά σε χειρουργείο.

Τα χειρουργεία που χρησιμοποιούνται για γλαύκωμα, έχουν όλα ως σκοπό την διευκόλυνση αποχέτευσης του υγρού, ώστε να πέσει η ενδοφθάλμια πίεση.

Τέτοια χειρουργεία είναι η γωνιοτομία, η τραμπεκουλοτομή, η τραμπεκουλεκτομή, η ένθεση βαλβίδος ή τα laser.

Η επιλογή τους γίνεται ανάλογα με το στάδιο και τον τύπο του γλαυκώματος, καθώς και με την ηλικία του παιδιού.

Για τα συγκεκριμένα παιδιά απαιτείται πολυδιάστατη αντιμετώπιση λόγω της μειωμένης όρασης, αλλά και των συνοδών προβλημάτων που μπορεί να έχουν.

Έτσι, η συνεργασία με παιδίατρο, αναπτυξιολόγο, φυσιοθεραπευτή και τον δάσκαλο, βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα της θεραπείας του οφθαλμιάτρου, και εντέλει την ποιότητα ζωής του παιδιού.

Υπάρχει περίπτωση να εμφανίσει γλαύκωμα το επόμενό μου παιδί;

Πολλά από τα παιδικά γλαυκώματα είναι κληρονομικά. Με μία απλή εξέταση αίματος των γονέων και του παιδιού, ο γενετιστής μπορεί πολλές φορές να ταυτοποιήσει το παθολογικό γονίδιο που προκαλεί γλαύκωμα.

Εν συνεχεία, σε συνεργασία με τον μαιευτήρα της μητέρας γίνεται προ-εμφυτευτική γενετική διάγνωση (PGD), προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης γλαυκώματος στο επόμενο παιδί.

Η γρήγορη, εύστοχη και πολυδιάστατη διαχείριση του παιδικού γλαυκώματος είναι το κλειδί της επιτυχίας.