Η μαλάκυνση των αεραγωγών συνιστά τη συνηθέστερη συγγενή ανωμαλία του αναπνευστικού συστήματος. Το φάσμα των κλινικών εκδηλώσεων της νόσου είναι ευρύ. Ανάλογα με το επίπεδο του αεραγωγού που εμφανίζεται η μαλάκυνση διαφοροποιείται και η κλινική εικόνα.
Η λαρυγγομαλάκυνση προκαλεί απόφραξη στην είσοδο της τραχείας, στο επίπεδο του λάρυγγα και αποτελεί τη συχνότερη αιτία επίμονου ή υποτροπιάζοντος σιγμού (θορυβώδης αναπνοή κυρίως στην εισπνοή) στα βρέφη. Η έντασή του διαφέρει ανάλογα με τη στάση του σώματος. Όχι τόσο συχνά, μπορεί να εμφανιστούν πιο σοβαρές αναπνευστικές εκδηλώσεις, όπως αποφρακτικές άπνοιες στον ύπνο και αναπνευστική δυσχέρεια, βήχας και πνιγμονή. Η κλινική υποψία βασίζεται στο ιστορικό και την κλινική εξέταση. Επιβεβαιώνεται με την ενδοσκόπηση.
Η τραχειομαλάκυνση χαρακτηρίζεται από υπερβολική χαλαρότητα των τοιχωμάτων της τραχείας, με αποτέλεσμα τη μείωση του εύρους του αυλού μεταξύ του πρόσθιου και του οπίσθιου τοιχώματος. Συνήθως συνυπάρχει και βρογχομαλάκυνση με χαλαρότητα των τοιχωμάτων των κύριων βρόγχων και των διακλαδώσεών τους.
Μπορεί να είναι γενικευμένη ή εντοπισμένη. Η βαρύτητα και η ένταση των κλινικών εκδηλώσεων εξαρτάται από το μήκος, την εντόπιση και τον βαθμό χαλαρότητας των τοιχωμάτων. Εκδηλώνεται με τον χαρακτηριστικό βροντώδη βήχα που μπορεί να παρατείνεται σε διάρκεια. Μπορεί να συνυπάρχει σιγμός, συριμός ή αναπνευστική δυσχέρεια. Ως μέθοδος αναφοράς για τη διάγνωση θεωρείται η εύκαμπτη βρογχοσκόπηση.