Η φυματίωση προκαλείται από το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης, μέσω της εισπνοής μολυσμένων σταγονιδιών από το αναπνευστικό (μετά από βήχα ή φτάρνισμα) που περιέχουν μεγλάλο αριθμό μυκοβακτηριδίων, με αποτέλεσμα την λοίμωξη του αναπνευστικού. Απαιτεί στενή επαφή με ενήλικα με ενεργό ΤΒ, που δεν υποβάλλεται ή δε συμμορφώνεται σε θεραπεία. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες χαμηλής επίπτωσης όσον αφορά την παιδική φυματίωση ΤΒ, καθώς κάθε χρόνο προσβάλλονται κατά μέσο όρο 5,3 ανά 100.000 παιδιά.
Στα παιδιά απασχολεί κυρίως η λανθάνουσα φυματιωδης μόλυνση (LTBI) και η ενεργός πνευμονική φυματίωση και λιγότερο οι διάφορες μορφές εξωπνευμονικής φυματίωσης όπως φυματίωση λεμφαδενίτιδα, κεγχροειδής φυματίωση, φυματίωση μηνιγγίτιδα, φυματίωση οστών κλπ, που εμφανίζονται με πολύ μικρότερη συχνότητα.
Η φυματίωση στα παιδιά αποτελεί ενα ιδιαίτερο κεφάλαιο, καθώς δεν είναι σε καμία περίπτωση «μικρογραφία» της νόσου των ενηλίκων. Τα παιδιά είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία ασυμπτωματικά, με μη ειδικά ευρήματα από την ακτινολογική τους εικόνα και με δυσκολίες στη διάγνωση. Στη διάγνωση, βοηθάει η δερμοαντίδραση Mantoux, που χρησιμοποιείται ευρέως ως πρώτο βήμα για τη διάγνωση της λοίμωξης για περισσότερο από 100 χρόνια, με μέτρια όμως ευαισθησία και ειδικότητα. Σε περίπτωση συμβατής ακτινολογικής εικόνας με ενεργό νόσο λαμβάνονται επίσης πτύελα ή γαστρικό υγρό προς χρώση Ζiehl-Nielsen και καλλιέργεια.
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται μέθοδοι ανίχνευσης παραγωγής ιντερφερόνης-γ (IGRAs) (QFT-IT/ T.SPOT.TB ), όπως και νεότερες μοριακές μέθοδοι που ανιχνεύουν ταυτόχρονα τυχόν ύπαρξη αντοχής σε πρωτεύοντα αντιφυματικά φάρμακα.
Η θεραπεία τόσο της πνευμονικής φυματίωσης, όσο και της λανθάνουσας φυματιώδους μόλυνσης, βασίζεται στο συνδυασμό πρωτευόντων αντιφυματικών φαρμάκων. Αξίζει ωστόσο, να σημειωθεί οτι τα σχήματα που χρησιμοποιούνται είναι πλέον βραχύτερα και καλά ανεκτά από τον παιδιατρικό πληθυσμό.